γαλέτα

γαλέτα
η
(λ. ιταλ.), είδος παξιμαδιού που χρησιμοποιούσαν οι στρατιώτες και οι ναυτικοί.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • γαλέτα — η 1. είδος ψωμιού που έχει ψηθεί δυο φορές, παξιμάδι στρογγυλό ή τετράγωνο 2. ναυτ. το άκρο τού καταρτιού σε σχήμα ρόμβου. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. galletta] …   Dictionary of Greek

  • διπυρίτης — ο (Α διπυρίτης) (για άρτο) αυτός που ψήθηκε δυό φορές για να διατηρείται για μακρό χρονικό διάστημα, η γαλέτα, το παξιμάδι νεοελλ. θειούχο άλας τού σιδήρου. [ΕΤΥΜΟΛ. < δι * + πυρίτης*] …   Dictionary of Greek

  • μπισκότο — το (Μ μπισκόττιν) είδος ξηροψημένου τραγανού πλακουντίου, γλυκού ή αλμυρού, που παρασκευάζεται με αλεύρι, βούτυρο, ζάχαρη, αβγά κ.ά. υλικά μσν. παξιμάδι, γαλέτα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. bis cotto «αυτό που έχει ψηθεί δύο φορές διπλοψημένο»] …   Dictionary of Greek

  • πλαστάρι — το, Ν είδος ψωμιού που έχει ψηθεί δύο φορές, παξιμάδι στρογγυλό ή τετράγωνο, γαλέτα. [ΕΤΥΜΟΛ. < πλάθω* (πρβλ. πλάστ ης) + κατάλ. άρι (πρβλ. στριφτ άρι)] …   Dictionary of Greek

  • Αργεντινή — Κράτος της Νότιας Αμερικής.Συνορεύει ΒΑ με την Ουρουγουάη και τη Βραζιλία, Β με την Παραγουάη, ΒΔ με τη Βολιβία, Δ και ΝΔ με τη Χιλή, ενώ μια χιλιανή στενή λωρίδα γης τη χωρίζει από το έδαφος της Γης του Πυρός. Ανατολικά βρέχεται από τον… …   Dictionary of Greek

  • διατήρηση ή συντήρηση — Σύνολο ενεργειών που αποβλέπουν στη δ., για μεγάλο χρονικό διάστημα, ιδιοτήτων των ουσιών που αλλοιώνονται εύκολα. Ιδιαίτερη σημασία έχει η δ. τροφίμων, η οποία επιτρέπει τη χρήση αλλοιώσιμων ειδών σε διάφορους χρόνους και σε τόπους μακριά από… …   Dictionary of Greek

  • Κένυα — Eπίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Κένυας Έκταση: 582.650 τ. χλμ. Πληθυσμός: 31.138.735 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Ναϊρόμπι (2.411.900 κάτ. το 2002)Κράτος της ανατολικής Αφρικής. Συνορεύει Β με την Αιθιοπία και με το Σουδάν, Δ με την Ουγκάντα, Ν με… …   Dictionary of Greek

  • κροκέτα — η (λ. γαλλ.), μικρός βόλος από πουρέ πατάτας ή άλλου υλικού που σκεπάζεται από τριμμένη γαλέτα και αβγό και τηγανίζεται με βούτυρο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”